Μάης 1968 Γαλλία: Μια ιστορία που άλλαξε τον κόσμο....

Διαδηλώνοντας κατά του καπιταλισμού, κατά του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και κατά του γκολισμού, περισσότεροι από 10 εκατομμύρια Γάλλοι -σχεδόν τα δύο τρίτα του εργατικού δυναμικού- δεν πήγαν στις δουλειές τους, προκαλώντας παράλυση στη χώρα....
Είχαν προηγηθεί τρεις εβδομάδες λαϊκής επαναστατικής αφύπνισης και ρήξης, που έριξαν στα γόνατα την κυβέρνηση, έστειλαν στο περιθώριο της εξέγερσης τον χειραγωγημένο συνδικαλισμό και δημιούργησαν πρωτόγνωρες δυνατότητες πραγματικής ανατροπής της καπιταλιστικής διαχείρισης. Οι μέρες εκείνες, όπου η ιστορία φλέρταρε όσο ποτέ άλλοτε με το όραμα του ελευθεριακού σοσιαλισμού, πέρασαν στην ιστορία των κοινωνικών εξεγέρσεων ως Γαλλικός Μάης, αποτέλεσαν κομμάτι της παγκόσμιας επαναστατικής έκρηξης που έμεινε γνωστή ως Μάης του '68 και έσβησαν το ίδιο ραγδαία όπως και ανεφλέγησαν. Σήμερα, 43 χρόνια μετά, η κυρίαρχη εικόνα του Γαλλικού Μάη είναι δημιούργημα της συντονισμένης πολιτικής και επικοινωνιακής μυθοπλασίας και συνθέτει ένα τοπίο οργισμένης πολιτιστικής νεολαιίστικης εξέγερσης, απογυμνωμένης από την επαναστατική της βία και τις βαθιές πολιτικές και κοινωνικές της συνέπειες.

Για τις συνέπειες, τις αποτιμήσεις και τις «εκδοχές» του Γαλλικού Μάη, «έχει χυθεί περισσότερο μελάνι, από όσο αίμα χύθηκε στη Γαλλική Επανάσταση του 1789» και, μόνο στη Γαλλία, πάνω από 100 βιβλία και αμέτρητα άρθρα έχουν γραφτεί γι' αυτόν. «Τον Μάη του '68 νικήσαμε πολιτιστικά και κοινωνικά, αλλά ευτυχώς χάσαμε πολιτικά» έχει δηλώσει παλαιότερα μία από τις αρχετυπικές προσωπικότητές του, ο πρώην αναρχικός της Ναντέρ και νυν ευρωβουλευτής των Γερμανών Πρασίνων, Ντανιέλ Κον Μπεντίτ, συνοψίζοντας την κυρίαρχη και σαρκαστική άποψη περί Γαλλικού Μάη. «Σήμερα, η μαρξιστική, τροτσκιστική, μαοϊκή και αναρχική ρητορική του Γαλλικού Μάη δείχνει γελοία, παιδαριώδης και ανεύθυνη» θα σχολιάσει ο βρετανικός «Guardian», πηγαίνοντας ένα βήμα μακρύτερα από τον Κον Μπεντίτ. Για τους διανοούμενους, η αποτίμηση είναι άλλη: «Υπήρξαν μόνο δύο παγκόσμιες επαναστάσεις. Η μία το 1948. Η δεύτερη το 1968. Και οι δύο απέτυχαν. Και οι δύο άλλαξαν τον κόσμο» («Βιβλιοθήκη» «Ελευθεροτυπία» 16/5/2008, Θ. Γιαλκέτσης). Τι ακριβώς συνέβη λοιπόν;



ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 Οι πρώτες κινητοποιήσεις είχαν ήδη εκδηλωθεί στα πανεπιστήμια από τον Ιανουάριο του 1968. Ταυτόχρονα ήταν περίοδος αντιαμερικανικών διαδηλώσεων ενάντια στον πόλεμο στο Βιετνάμ, στον οποίο είχε αντιταχθεί και επίσημα η γαλλική κυβέρνηση. Στις 22 Μαρτίου έγινε κατάληψη στο πανεπιστήμιο της Ναντέρ στα περίχωρα του Παρισιού, ενώ στις 30 Απριλίου έγινε κατάληψη στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Ολο τον Απρίλιο γίνονταν μικρές φοιτητικές διαδηλώσεις. Στις 2 Μαΐου 1968 έκλεισε με ευθύνη της διεύθυνσής του το πανεπιστήμιο της Ναντέρ με στόχο να σταματήσουν οι κινητοποιήσεις. Οι φοιτητές της Σορβόννης συναντήθηκαν στις 3 Μαΐου για να διαμαρτυρηθούν για το κλείσιμο και την ενδεχόμενη αποβολή φοιτητών της Ναντέρ. Στις 5 Μαΐου στήθηκαν τα πρώτα οδοφράγματα στο Καρτιέ Λατέν. Στις 6 Μαΐου η UNEF2 αλλά και η ένωση των καθηγητών στα πανεπιστήμια κάλεσαν σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας. Τη νύχτα στις 10 προς 11 Μαΐου η αστυνομία χτύπησε. Σε απάντηση το ΓΚΚ και τα συνδικάτα κάλεσαν την εργατική τάξη να αντισταθεί στην πολιτική του Ντε Γκώλ. Στις 13 Μαΐου η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών (CGT3) και άλλες εργατικές ενώσεις πραγματοποίησαν 24ωρη απεργία, εκδηλώσεις συμπαράστασης στους φοιτητές και εκδηλώσεις ενάντια στην αστυνομική βία. Μετά τη 13η Μαΐου, άρχισε ισχυρή άνοδος του απεργιακού κινήματος σε όλη τη χώρα. Η είσοδος της εργατικής τάξης στον αγώνα έδωσε στα γεγονότα νέες διαστάσεις. Στα αιτήματα των απεργών περιλαμβάνονταν αυξήσεις μισθών, μείωση του ωραρίου εργασίας, μέτρα για καταπολέμηση της ανεργίας και μείωση των ορίων συνταξιοδότησης. Στη συνέχεια στα οικονομικά αιτήματα προστέθηκαν και πολιτικά - προβλήθηκε το σύνθημα της «Λαϊκής Κυβέρνησης».

Εργατικές κινητοποιήσεις βρίσκονταν σε εξέλιξη και πριν το Μάη του 1968, όπως τον Ιανουάριο του 1968 στο εργοστάσιο Βerliet στη Λυών και στη Rhodiaceta στη Λε Μαν, όπου έγινε επίθεση στην απεργιακή φρουρά από τις CRS4 και στη συνέχεια ακολούθησε πορεία διαμαρτυρίας και σύγκρουση. Επίσης οι εργάτες της Sud Aviation για βδομάδες έκαναν 15λεπτες στάσεις εργασίας, με αίτημα να μη μειωθούν οι μισθοί και να μειωθεί ο χρόνος εργασίας. Στις 14 Μαΐου, μετά τη στάση εργασίας δεν μπήκαν για δουλειά, κατέλαβαν το εργοστάσιο και τα γραφεία της διεύθυνσης. Στις 15 Μαΐου έγιναν καταλήψεις σε εργοστάσια του ομίλου της Ρενό. Ακολούθησαν καταλήψεις και απεργίες στους σιδηροδρόμους, στην ενέργεια, στα τυπογραφεία, στα ναυπηγεία, στην αυτοκινητοβιομηχανία κ.α. Σε 2-3 μέρες γενικεύτηκαν σε όλη τη Γαλλία. Συνολικά η απεργία αγκάλιασε περίπου 10 εκατομμύρια εργαζόμενους, δηλαδή περίπου τα δύο τρίτα του συνόλου των εργαζομένων της Γαλλίας. Στις 20 Μαΐου η απεργία είχε γίνει καθολική. Καταλήψεις εργοστασίων από τους εργάτες γίνονται σε όλα τα βιομηχανικά κέντρα σε ολόκληρη τη Γαλλία. Εξαιτίας της απεργίας, για ημέρες υπήρχαν ελλείψεις σε ηλεκτρικό ρεύμα, καύσιμα, καθόλου συγκοινωνίες και τα τρόφιμα ήταν λιγοστά. Στις διαδηλώσεις συμμετείχαν και αγρότες, ενώ οι αγροτικές ομοσπονδίες είχαν ήδη προγραμματίσει για τα τέλη Μαΐου διαμαρτυρίες ενάντια στις τιμές αγροτικών προϊόντων που καθόριζε η Κοινή Αγορά.

Στις 25 Μαΐου η CGT και άλλα συνδικάτα κάλεσαν την εργατική τάξη του Παρισιού σε διαδήλωση όπου πήραν μέρος 2 - 2,5 εκατομμύρια και το Παρίσι παρέλυσε. Η κυβέρνηση και οι εργοδότες υποχρεώθηκαν να κάνουν σοβαρές παραχωρήσεις. Στις 25 -27 Μαΐου υπογράφτηκε το λεγόμενο πρακτικό της «Γκρενέλ». Σύμφωνα με αυτό οι μισθοί αυξάνονταν 14% κατά μέσο όρο, ενώ προβλεπόταν βαθμιαία μείωση του ωραρίου εργασίας σε 40 ώρες την εβδομάδα, παρέχονταν εγγυήσεις ελευθερίας στη συνδικαλιστική δραστηριότητα των εργατικών επιτροπών στις επιχειρήσεις. Η απεργία όμως και οι καταλήψεις εργοστασίων συνεχίστηκαν και τις επόμενες ημέρες. Από τις 5-10 Ιουνίου σταδιακά η λειτουργία της παραγωγής αποκαταστάθηκε, αλλά όχι πλήρως. Την πορεία αυτών των ημερών αναλυτικά θα τη δούμε παρακάτω.

Τα γεγονότα του Μάη του 1968, ανεξάρτητα από την εκτίμηση αν μπορούσαν να αποτελέσουν άμεσο κίνδυνο για την εξουσία της αστικής τάξης στη Γαλλία ή όχι, ανησύχησαν το αστικό σύστημα το οποίο πήρε μέτρα για να αποφευχθούν τα χειρότερα. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που κηρύχθηκε η γενική απεργία από τη CGT και μάζες εργαζομένων από όλους τους κλάδους συμμετείχαν μαζικά και πραγματοποιούνταν καταλήψεις εργοστασίων σε όλη τη χώρα. Χαρακτηριστικό της ανησυχίας της αστικής τάξης της Γαλλίας ήταν ο εξορκισμός «να μη γίνουμε Τσεχοσλοβακία του 1948», αν και τέτοιος κίνδυνος εκ του αποτελέσματος μπορούμε να πούμε πως δεν υπήρξε. Και λέγοντας «Τσεχοσλοβακία του 1948», εννοούσαν την επανάσταση όπου οι εργάτες, με την καθοδήγηση του ΚΚ, κατέλαβαν ένοπλα τα εργοστάσια και την εξουσία, ανοίγοντας το δρόμο για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Η αστική τάξη, συνειδητοποιώντας ένα ενδεχόμενο κίνδυνο για την ίδια την εξουσία της, αλλά ακόμα και μόνο για την αστική σταθερότητα, έβαλε σε κίνηση τους μηχανισμούς που οφείλει να βάλει σε τέτοιες περιπτώσεις. Αυτό το έκανε με την απαιτούμενη προσοχή και αυτοκυριαρχία, ώστε να μην προκαλέσει άθελά της αντιδράσεις δυσκολότερα ελεγχόμενες ή και τελείως ανεξέλεγκτες. Ωστόσο σε κάθε περίπτωση είχε έτοιμα σχέδια και ήταν αποφασισμένη να προασπίσει την κυριαρχία της.

Για κάποιες ημέρες, με την απότομη εξάπλωση της απεργίας, των καταλήψεων εργοστασίων, την καθολική παράλυση των μεταφορών, δημιουργήθηκε μούδιασμα στον κρατικό μηχανισμό και ορισμένη αβεβαιότητα. Στο στρατό υπήρξαν εκδηλώσεις απειθαρχίας, τουλάχιστον από τους κληρωτούς. Στο περιοδικό Nouvel Observateur υπάρχει η αναφορά πως όταν το 5ο Σώμα Στρατού τέθηκε σε ετοιμότητα για απεργοσπαστική δράση με χρήση οχημάτων του στρατού για μεταφορές, τότε δημιουργήθηκαν επιτροπές από φαντάρους αποφασισμένες να σαμποτάρουν αυτή τη χρησιμοποίησή τους στην απεργοσπασία.

Στις 24 Μαΐου έγινε από τον πρόεδρο Ντε Γκωλ απόπειρα για διεξαγωγή δημοψηφίσματος, πράγμα που ήταν πρακτικά αδύνατο να γίνει, αφού υπήρχε δυσκολία ακόμα για να τυπωθούν τα ψηφοδέλτια, όπως σημείωνε η εφημερίδα Le Monde στην 1η Ιουνίου 1968.

Ορισμένα στοιχεία από τις συγκρούσεις ανάμεσα στις CRS και τις άλλες δυνάμεις καταστολής με τους διαδηλωτές στα οδοφράγματα και τους εργάτες στα κατειλημμένα εργοστάσια δείχνουν πως δεν επρόκειτο για μια αναίμακτη υπόθεση. Πέντε άτομα σκοτώθηκαν σε οδομαχίες, εκατοντάδες τραυματίστηκαν σοβαρά με αποτέλεσμα και θανάτους στη συνέχεια, ενώ οι συλλήψεις ήταν χιλιάδες: 596 στις 3 Μαΐου, 422 στις 6, 469 στις 10-11, 795 στις 24-25, πάνω από 1.500 στις 11-12 Ιουνίου. Από τις 16 Μαΐου, με απόφαση του πρωθυπουργού Πομπιντού, τέθηκε σε ετοιμότητα ο μηχανισμός στρατιωτικής επιστράτευσης. Στις 25 Μαΐου ένα σύνταγμα αλεξιπτωτιστών μεταφέρθηκε εκτάκτως από την Κορσική στο στρατόπεδο Φριλέζ έξω από το Παρίσι. Τρεις ημέρες αργότερα με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου τέθηκαν σε επιφυλακή επίλεκτες μονάδες.

Το πώς η αστική τάξη αντιμετώπισε το ενδεχόμενο χρήσης του στρατού, αποτυπώνεται στα απομνημονεύματα του Μορίς Γκριμό, αστυνομικού διευθυντή του Παρισιού την εποχή εκείνη:

«Γνωρίζω πάντως ότι, όπως είναι λογικό, το ενδεχόμενο της στρατιωτικής λύσης δεν αποκλείστηκε ποτέ απολύτως από την κυβέρνηση. Υπήρχε πάντοτε η πιθανότητα κάποια ημέρα να υπερκεραστούν οι αστυνομικές δυνάμεις και, καθώς δεν είναι δυνατό να αφήνει κανείς την ανταρσία να κυριαρχεί στο δρόμο και να καθορίζει τις εξελίξεις, την ημέρα εκείνη θα έπρεπε να κληθεί ο στρατός…

Η σκέψη να προσφύγουμε στο στρατό επανερχόταν συχνά κατά τις συζητήσεις μας με τον υπουργό Εσωτερικών σχετικά με τις δυνάμεις που χρειαζόμουν για να τηρήσω την τάξη. [...] ο στρατός είναι απαραίτητο να έχει εκ των προτέρων καθορισμένους στόχους και ότι αυτοί οι στόχοι πρέπει να επιδιώκονται με τα μέσα που προσιδιάζουν στο στρατό. Τα μέσα αυτά δεν είναι η μάχη σώμα με σώμα, η τόσο οικεία στους αστυνομικούς και τα CRS, αλλά η άμεση προσφυγή στα πυροβόλα όπλα. Εκτός αυτού, ενστάσεις είχα και ως προς τη χρησιμοποίηση των δύο ειδών στρατιωτικής δύναμης που θα μπορούσαμε να ρίξουμε στο Παρίσι: οι κληρωτοί κινδύνευαν να αποθαρρυνθούν ή και να προσελκυστούν από τους διαδηλωτές, ενώ οι ειδικές δυνάμεις (π.χ. οι αλεξιπτωτιστές) είναι εκπαιδευμένες σε τρόπους επέμβασης που δύσκολα μπορούν να προσαρμοστούν στις επιχειρήσεις του δρόμου.

Είχα ακόμη σκεφθεί μια ενδιάμεση φόρμουλα, να προσφύγουμε δηλαδή στις εφεδρείες της χωροφυλακής, στις μονάδες δηλαδή των τεθωρακισμένων του Σατορί που είναι ταυτόχρονα μονάδες στρατιωτικές -όπως ολόκληρη η χωροφυλακή- και δυνάμεις εκπαιδευμένες στη διατήρηση της τάξης [...] μόνο στις 29 Μαΐου μου τέθηκε ξεκάθαρα ως ερώτημα το αίτημα της χρήσης του στρατού, οπότε και εξήτασα το όλο πρόβλημα...»5.

Σε κίνηση μπήκε και ο «παρακρατικός» μηχανισμός που πάντα διαθέτει η αστική τάξη και οι μυστικές της υπηρεσίες για τέτοιες περιπτώσεις και όχι μόνο. Εδώ μπορούμε να θυμηθούμε την Γκλάντιο στην Ιταλία και την Κόκκινη Προβιά στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα μπήκαν στη δράση οι «Επιτροπές Υπεράσπισης της Δημοκρατίας» (CDR) που στόχος τους, διακηρυγμένος από τον ίδιο τον Ντε Γκωλ, ήταν η «παρεμπόδιση της ανατροπής, παντού και ανά πάσα στιγμή», επιτροπές που δρούσαν υπό την εποπτεία της ημιεπίσημης παρακρατικής οργάνωσης «Υπηρεσία Πολιτικής Δράσεως» (SΑC). Αυτές οι CDR οργάνωναν μια σειρά επιθέσεις σε τυπογραφεία, διέλυαν εργατικές συγκεντρώσεις, έπαιρναν μέρος στην ανακατάληψη εργοστασίων, οργάνωναν ακόμα και δολοφονικές επιθέσεις. Σε μια από αυτές τον Ιούνιο, σκότωσαν τον 18χρονο εργάτη Μαρκ Λανβέν, μέλος της Κομμουνιστικής Νεολαίας, έξω από το Αράς κατά τη διάρκεια αφισοκόλλησης.

Αυτός ο μηχανισμός προοριζόταν να αξιοποιηθεί και σε μαζικές συλλήψεις. Σύμφωνα με στοιχεία που βγήκαν στη δημοσιότητα στις 25 Φεβρουαρίου 1974, στις 24 Μαΐου 1968 τα παραρτήματα της SΑC σε όλη τη χώρα είχαν πάρει εντολή να βγάλουν από τα αρχεία τους καταλόγους «ανατρεπτικών στοιχείων», με τους οποίους τους είχε εφοδιάσει η επίσημη υπηρεσία αντικατασκοπείας, η επονομαζόμενη Διεύθυνση Επιβλέψεως της Επικράτειας (DST). Οι οδηγίες προέβλεπαν τη συγκέντρωση του «εσωτερικού εχθρού» σε κέντρα «επιλογής και εξακριβώσεως», ως τέτοια είχαν οριστεί γήπεδα και άλλοι χώροι. Στη Μασσαλία όπου αποκαλύφθηκαν οι ονομαστικές καταστάσεις περιλάμβαναν περίπου 2.000 άτομα. Ενώ το συνολικό σχέδιο, κατ' εκτίμηση του τότε πράκτορα της SAC Πατρίς Σάιφορ, σύμφωνα με βιβλίο του, περιλάμβανε 52.400 συλλήψεις σε 41 συνολικά πόλεις της Γαλλίας.

Αστοί πολιτικοί αναζητούσαν εναλλακτική λύση Πρόεδρου με επιρροή στους εργάτες και τη νεολαία. Ο Μιτεράν πρότεινε σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας με πρωθυπουργό τον Πιερ Μέντες Φρανς, πρόταση που έγινε δεκτή από τους ηγέτες της UNEF και του PSU. Το ΓΚΚ ήταν το μόνο κόμμα που δε συμφώνησε σε αυτή τη λύση και στις 29 Μαΐου οργάνωσε διαδήλωση με συμμετοχή πάνω από 500.000, με σύνθημα «για μια δημοκρατική και λαϊκή κυβέρνηση με συμμετοχή των κομμουνιστών». Την ίδια μέρα ο μηχανισμός του γκωλικού κόμματος οργάνωσε στο Παρίσι μεγάλη διαδήλωση υπεράσπισης της τάξης και στήριξης του Ντε Γκωλ.

Στις 29 Μαΐου ο Ντε Γκωλ έφυγε για τη Γερμανία, όπου επιθεώρησε στο Μπάντεν - Μπάντεν τα γαλλικά στρατεύματα που στάθμευαν εκεί. Ο διοικητής των στρατευμάτων, στρατηγός Μασύ, γνωστός και ως «χασάπης της Αλγερίας», διαβεβαίωσε τον Ντε Γκωλ για την ικανότητα και δυνατότητα των γαλλικών στρατευμάτων να επέμβουν. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Ντε Γκώλ με το Μασύ ήταν σε αντιπαράθεση το προηγούμενο διάστημα λόγω της εμπλοκής του Μασύ στο πραξικόπημα εναντίον του Ντε Γκωλ. Μετά την επιστροφή του από τη Γερμανία ο Ντε Γκωλ ανήγγειλε τη διάλυση της εθνοσυνέλευσης και την προκήρυξη γενικών εκλογών εντός 22 ημερών. Αφησε όμως ανοιχτό το ενδεχόμενο: «Αν αυτή η κατάσταση παραμείνει, θα πρέπει για να διατηρήσω τη δημοκρατία να πάρω σύμφωνα με το σύνταγμα άλλους δρόμους από την άμεση ψηφοφορία...». Το ίδιο το διάγγελμα μεταδόθηκε μόνο μέσω ραδιοφώνου αφού τα τηλεοπτικά μέσα είχαν νεκρώσει από την απεργία. Την ίδια μέρα σχηματισμοί τεθωρακισμένων ΑΜΧ-30 και ΑΜΧ-73 έκαναν την εμφάνισή τους σε διάφορα προάστια του Παρισιού. Επίσημα ήταν μονάδες που επέστρέφαν από προγραμματισμένη άσκηση και λόγω της γενικής απεργίας δε μεταφέρθηκαν πάνω σε τραίνο.

Με την προκήρυξη των εκλογών, σύμφωνα με τη νομοθεσία απαγορεύτηκαν οι συγκεντρώσεις. Στις εκλογές στις 23 και 30 Ιουνίου οι Γκωλικοί μαζί με τους συνεργαζόμενους τους συγκέντρωσαν περισσότερες έδρες από κάθε άλλη φορά: 358 επί συνόλου 485.

Οι αυξήσεις που κατάκτησαν οι εργαζόμενοι, δόθηκαν άμεσα και ήταν σημαντικές για τα συνηθισμένα δεδομένα. Οπως διαβάζουμε στην εφημερίδα «Ουμανιτέ» (όργανο της ΚΕ του ΓΚΚ) εκείνων των ημερών «...σε άλλους κλάδους μερικά πολύ σημαντικά αποτελέσματα -σε μερικές περιπτώσεις χωρίς προηγούμενο- έχουν επιτευχθεί ήδη. Αυτό συμβαίνει στην κλωστοϋφαντουργία, τα τρόφιμα, τη βιομηχανία χάρτου, το πετρέλαιο, και πολυάριθμες άλλες βιομηχανίες. Αυτό συμβαίνει στις δημόσιες υπηρεσίες (αυξήσεις στους μισθούς από 14% έως 21% για το 1968, μείωση της εργάσιμης ημέρας, εγγύηση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων) στην Electricite και την Gaz de France όπου οι μισθοί έχουν αυξηθεί από 11,7% έως 19,5%, με τις ημέρες απεργίας να πληρώνονται και στην SNCF και τη RATP (ουσιαστική αύξηση στους μισθούς, τη μείωση της ημέρας εργασίας ή της επέκτασης των διακοπών, την αποζημίωση ή την ανάκτηση των ημερών απεργίας, κλπ.)»6.

Λαμβάνοντας υπόψη τις διαστάσεις της γενικής απεργίας, τη σύγκρουση και τα όριά της, έχει σημασία να εκτιμήσουμε πως τα αιτήματα που ικανοποιήθηκαν αντικειμενικά ήταν οι αναγκαίες υποχωρήσεις από την αστική τάξη για να αποφύγει τα χειρότερα. Εμπεριείχαν σίγουρα την προσπάθεια να διασπαστεί η εργατική τάξη, καθώς και να ανανεωθεί ο έλεγχος του κρατικού μηχανισμού στους δημόσιους υπάλληλους, οι οποίοι πήραν και τις μεγαλύτερες αυξήσεις. Βεβαίως, γενικά οι αυξήσεις αυτές πολύ γρήγορα εξανεμίστηκαν, αφού μέσα στο 1969 όπως και στα επόμενα χρόνια, υιοθετήθηκαν νέα μέτρα λιτότητας, περιστολής των δαπανών σε υγεία παιδεία κοινωνική πρόνοια. Ταυτόχρονα η φορολογία αυξήθηκε κατά 11,9 δισ. φράγκα.7

Χαρακτηριστικό της προβολής του Μάη του 1968 από διάφορες αστικές και μικροαστικές πηγές είναι η διόγκωση του ρόλου των φοιτητικών διαδηλώσεων και η ταυτόχρονη «εξαφάνιση» της αντικειμενικής βάσης που γέννησε τα γεγονότα και της δυναμικής που απέκτησαν λόγω της καθοριστικής και συντριπτικής σε αριθμό συμμετοχής της εργατικής τάξης. Σημειώνουμε ότι οι φοιτητές στο Παρίσι εκείνη την περίοδο ανέρχονταν στις 160.000, στις πρώτες φοιτητικές διαδηλώσεις συμμετείχαν ορισμένες εκατοντάδες, ενώ στις επόμενες ημέρες η μεγαλύτερη συμμετοχή δεν ξεπέρασε τις 20 με 30 χιλιάδες. Την ίδια περίοδο η συμμετοχή στις εργατικές διαδηλώσεις του Παρισίου έφτασε περίπου τα 2 έως 2,5 εκατομμύρια. Σε όλη τη χώρα απέργησαν περίπου δέκα εκατομμύρια εργάτες, απονεκρώνοντας για μέρες τα πάντα, καθοριστικό χαρακτηριστικό του πραγματικού εργατικού Μάη του 1968 στη Γαλλία.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

 Τα γεγονότα του Μάη 1968 στη Γαλλία πήραν διαστάσεις και καθορίστηκαν από τη συμμετοχή και δράση της εργατικής τάξης. Τα ίδια τα γεγονότα καταρρίπτουν μικροαστικές θεωρίες που θέλουν να παρουσιάσουν την εργατική τάξη ως τάξη που δεν μπορεί να έχει πρωτοπόρο ρόλο.

Σε μια πορεία φαινομενικά αργής ειρηνικής εξέλιξης των πραγμάτων, η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων φέρνει απότομη αλλαγή στις διαθέσεις των μαζών. Γι’ αυτή τη φάση το κόμμα της εργατικής τάξης, το ΚΚ, πρέπει να είναι ολόπλευρα προετοιμασμένο, ώστε να ανταποκριθεί στην κατεύθυνση όξυνσης της ταξικής πάλης με στόχο την εξουσία. Βεβαίως αυτό προϋποθέτει βαθιά οικονομική και πολιτική κρίση σε πανεθνικό επίπεδο, δηλαδή ύπαρξη επαναστατικής κατάστασης. Ωστόσο κι αυτές οι συνθήκες δεν διαμορφώνονται εκ του μηδενός, με απουσία ισχυρών ταξικών αγώνων και συγκρούσεων. Αν και δε διαθέτουμε τα δεδομένα για να εκτιμήσουμε ποια ακριβώς ήταν η κατάσταση στη Γαλλία την περίοδο Μάη - Ιούνη 1968, είναι προβληματικό το γεγονός της ταχείας εκτόνωσης του απεργιακού κινήματος που είχε και μορφές προωθημένης σύγκρουσης (π.χ. καταλήψεις εργοστασίων μέσα από επιτροπές). Προβληματικό είναι ότι ακολούθησε μια πολύχρονη περίοδος ενσωμάτωσης του κινήματος και παγιοποίησης του οπορτουνισμού στο ΓΚΚ, που σε επόμενη περίοδο επέφερε νέα εκφυλιστικά χαρακτηριστικά.

Το γενικό συμπέρασμά μας είναι ότι ο Μάης του 1968 στη Γαλλία, όπως και άλλα γεγονότα στο διεθνές εργατικό κίνημα, στην Ελλάδα, επιβεβαιώνουν την ανάγκη διαμόρφωσης επαναστατικής στρατηγικής από το ΚΚ κάθε χώρας, την ικανότητα να συνδέει τη δράση του στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, στα μέτωπα πάλης, στους αγώνες, με τη στρατηγική του να προετοιμάζει τις εργατικές και λαϊκές δυνάμεις σε αυτά. Το Κόμμα μας μελετά την ιστορία του με αυτό το κριτήριο. Ως επαναστατικό κόμμα είναι καθοριστικό το να έχει επεξεργασμένη επαναστατική στρατηγική και σε αυτή τη στρατηγική να υποτάσσει την όλη δραστηριότητά του, να ακολουθεί τη γραμμή της ρήξης και όχι της ενσωμάτωσης στην πολιτική της αστικής τάξης.

Το κενό της έλλειψης ενός τέτοιου επαναστατικού κόμματος αλλά και άλλοι αντικειμενικοί λόγοι μπορεί να διαμορφώνουν το ευνοϊκό έδαφος για τη δράση μια σειράς πολιτικών ομάδων που με το κάλυμμα του «αναρχικού», του «υπερεπαναστάτη», του «ακροαριστερού» μπορεί να μιλάνε ακόμα και για επανάσταση και ταυτόχρονα να κάνουν αντικομμουνισμό αρνούμενοι τις νομοτέλειες της επανάστασης, της ανάπτυξης της κοινωνίας και του ρόλου του ΚΚ.

Από τα γεγονότα του Μάη του 1968 σημασία έχει να ξεχωρίσουμε και το εξής: πως ουσιαστικές κατακτήσεις, ακόμα και στο οικονομικό επίπεδο, στους όρους πώλησης της εργατικής δύναμης συνδέονται άμεσα με την πάλη που αμφισβητεί την αστική εξουσία που ταρακουνά τα βάθρα της.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΕ ΜΙΑ ΛΑΘΡΟΧΕΙΡΙΑ
 Τον Αύγουστο του 1968 στη σοσιαλιστική Τσεχοσλοβακία εκδηλώθηκε αντεπανάσταση, με πρωταγωνιστικό το ρόλο του οπορτουνιστή ηγέτη του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, Αλεξάντερ Ντούμπσεκ, με στήριξη από τις υπηρεσίες των ιμπεριαλιστικών κρατών. Η επικράτηση της αντεπανάστασης θα σήμαινε απώλεια της εξουσίας της εργατικής τάξης, καπιταλιστική παλινόρθωση. Η αντεπανάσταση αντιμετωπίστηκε με τη διεθνιστική στρατιωτική βοήθεια του συμφώνου της Βαρσοβίας, με βάση τις συμφωνίες που υπήρχαν και μετά από πρόσκληση δυνάμεων του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας. Πρόκειται για ένα γεγονός που στέκεται στον αντίποδα του Μάη του 1968 της Γαλλίας, που οι αιτίες του δεν έχουν καμία σχέση με τις αιτίες των γεγονότων στη Γαλλία. Και όμως διάφορα αστικά και οπορτουνιστικά ρεύματα, τροτσκιστές κ.ά., αποκόπτουν τα γεγονότα από την πραγματική τους βάση και τα συνδέουν μεταφυσικά, εξηγώντας τα ενιαία ως «ένα ρεύμα αμφισβήτησης» που «αγκάλιασε τη βιομηχανική κοινωνία». Ή ακόμα πιο τραβηγμένα, ως «επανάσταση σε ανατολή και δύση». Είναι γεγονός πως το 1968, όπως και προηγούμενα αλλά κι έπειτα σε πολλές χώρες του κόσμου βρέθηκαν σε άνοδο ένοπλα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, ενάντια στα οποία ο ιμπεριαλισμός, κυρίως των ΗΠΑ, στράφηκε με θηριωδίες, σφαγές, εκτελέσεις, χημικό πόλεμο (Βιετνάμ). Κινήματα των νέων και των εργαζομένων όλου του κόσμου εναντιώθηκαν πρώτ’ από όλα στον πόλεμο εναντίον του Βιετνάμ. Πριν το Μάη 1968 αλλά και μετά υπήρξαν συγκρούσεις και γεγονότα και σε άλλα καπιταλιστικά κράτη, όπως στην Αγγλία, το Μεξικό, την ΟΔΓ, την Ιταλία, εξαιτίας της όξυνσης εσωτερικών ταξικών αντιθέσεων κι όχι «του χάσματος των γενεών».

Συμπέρασμα zouzouni news 
Η Κριστίν Ρος, στο βιβλίο της «May '68 and its Afterlives», σημειώνει ότι ο Γαλλικός Μάης άλλαξε για πάντα τον κόσμο, αποδεικνύοντας ότι, «ανεξάρτητα από τους συμβιβασμούς που επιβάλλονται για να σφυρηλατηθεί η κοινωνική συνοχή και συναίνεση (μεγαλύτερα κλουβιά, μακρύτερες αλυσίδες), η επανάσταση έχει ακόμη πολλά να προσφέρει». Αλλά και να πετύχει: περισσότερη δημοκρατία, δικαιοσύνη και ισότητα, ακόμη κι αν χάσει. Με μια επιφύλαξη, όπως την υπογραμμίζει ο Μορίς Μπριτόν- αυτόπτης μάρτυς του Γαλλικού Μάη: Χρειάζεται κάτι περισσότερο από οικονομικά αιτήματα για να ξεφύγει μια επανάσταση από τον κατευναστικό εναγκαλισμό του θεσμικού εργατικού και φοιτητικού συνδικαλισμού. Κι ένας ανώνυμος προσθέτει: «Την επόμενη φορά που θα θυμηθείτε την εξέγερση, μην εμπιστεύεστε τους ειδικούς της επανάστασης, σας την έχουν στημένη στη γωνία».

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια