La vie en rose H ιστορία μιας άστεγης στη Βουκουρεστίου.

Πριν από δύο χρόνια εμφανίστηκε στη Βουκουρεστίου μια νεαρή άστεγη, διαφορετική από τις άλλες. Ήταν σαν ένα κορίτσι που μόλις το έσκασε από το σπίτι τoυ επειδή τσακώθηκε με τους γονείς του. Καλοθρεμμένο, μάντευες κάποιο γούστο στα ρούχα του, με συμπεριφορά που δεν έδειχνε χρόνιο, εξασκημένο επαίτη. Καθόταν συνήθως (και κάθεται) έξω από τη Louis Vuitton, με ένα πλαστικό κύπελλο του καφέ στα χέρια, για να της ρίχνουν τα ψιλά.   

Το βράδυ μετακόμιζε στη γωνία της Βουκουρεστίου με Πανεπιστημίου, δίπλα στα παρκαρισμένα ταξί, κι άλλες φορές στη κόγχη του κλειστού πια Βιλδιρίδη. Πάντα ξυπόλυτη. Στην αρχή, καθαρή, αργότερα με κατάμαυρα πόδια, στο τέλος με μια λίγδα αδιαπέραστη. Τις κρύες μέρες, με μια κουβέρτα σαν πόντσο ριγμένη στους ώμους της. Τη νύχτα, δίπλα στο σλίπινγκ μπαγκ της, ένα μίλκο, μια τυρόπιτα και νερό. Και πάντα βαθύτατα σκυθρωπή.   

Ορισμένες φορές την είδα να κλαίει, χωρίς να το κάνει για επίδειξη. Έκλαιγε μόνη της, με αθόρυβα αναφιλητά. Δεν φαινόταν ποτέ από εκείνους τους άστεγους που το παίρνουν απόφαση και προσπαθούν να βολευτούν στη νέα κατάσταση – φαντάζομαι κάτι ίδιο θα συμβαίνει με τους φυλακισμένους. Είχα έναν γείτονα που έφτασε στο άλλο άκρο: συνήθισε τόσο στον εγκλεισμό του, που όταν έβγαινε, έκανε μικροεγκλήματα για να τον ξαναχώσουν μέσα. Ο άνθρωπος αγαπάει τις συνήθειές του, ακόμα και τις ζόρικες.   Δεν ξέρω πότε ακριβώς, αλλά πριν ένα-δυο μήνες περίπου, εξαφανίστηκε. Και εμφανίστηκε (ή εγώ τουλάχιστον την είδα) την περασμένη εβδομάδα. Αλλαγμένη. Τα μαλλιά της κουρεμένα, πολύ αδυνατισμένη, σαν άρρωστη. Το βράδυ, γυρίζοντας απ' τη δουλειά, την είδα πάλι δίπλα στα ταξί. Καθόταν οκλαδόν πάνω στον υπνόσακό της κι έκλαιγε. Ακόμα και τα κτήνη κι οι μοδάτοι που περνάγανε, γύριζαν επηρεασμένοι και την έβλεπαν.   

Έτσι ο κύκλος της αστικής δυστυχίας ολοκληρώνεται – είδαμε απλούς, καθημερινούς ανθρώπους να πετιούνται στον δρόμο κι εκεί τους παρακολουθήσαμε να εκπίπτουν, να αρρωσταίνουν, να γερνάνε και να πεθαίνουν.   Δεν ξέρω κατά πόσο ισχύει η άποψη ότι το Κράτος και οι ΜΚΟ προσπαθούν να δώσουν κατάλυμα και τροφή στους άστεγους, ωστόσο ορισμένοι αρνούνται επειδή έχουν κατά κάποιον τρόπο «εθιστεί» στην αλητεία τους. Νομίζω αυτές οι περιπτώσεις είναι στατιστικώς ασήμαντες, γι' αυτό και είναι λάθος να αναφέρονται. Γίνεται λόγος για μεγάλες αποκλίσεις στον υπολογισμό του αριθμού των αστέγων και πραγματικά εύχομαι αυτό να μη σχετίζεται με τις επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανά κεφαλή αστέγου. Θα ήταν εγκληματικό να στηθεί πάρτυ κερδοσκοπίας ακόμα και πάνω σε αυτούς τους ανθρώπους.   

Αλλά έχω τη διαίσθηση (και μακάρι να διαψευστώ αρμοδίως) ότι σε αυτό το κορίτσι που επί διετία ζει και κοιμάται περίβλεπτο στη Βουκουρεστίου δεν προσφέρθηκε ποτέ ένα μέρος να κοιμάται και ποτέ ένας κρατικός λειτουργός δεν του πήγε ένα πιάτο φαΐ. Θα ένιωθα καλά, εάν τα καθημερινά περίπολα που σαρώνουν την πόλη κόβοντας πρόστιμα σε μηχανάκια κι αυτοκίνητα ισοφαριστούν από κρατικές ή δημοτικές ομάδες που γυρνάνε στο Κέντρο και δίνουν σε αυτούς που ζουν χειρότερα κι από σκυλιά το καθημερινό τους πακέτο με φαΐ, το survival kit τους – κουβέρτες, σύριγγες, είδη υγιεινής, κάποια ψιλά. Αφού δεν πάει το βουνό στο Μωάμεθ, ας πάει ο Μωάμεθ στο βουνό – το θέμα είναι να ζήσουν οι άνθρωποι.   

Μια βόλτα τη νύχτα στο Κέντρο της πόλης είναι αρκετή για να αποκαλύψει την εφιαλτική έκρηξη: κάτω από σκάλες, σε τρύπες εισόδου, σε σκαλωσιές ερειπωμένων σπιτιών (Βουλής και Κολοκοτρώνη), σε καταπακτές, σε σκάλες του μετρό, σε αδιαπέραστες πλατείες, σε άδεια βαγόνια, στα πάρκα – ένας ολόκληρος πληθυσμός γερνάει συνοπτικά και πεθαίνει μπροστά στα μάτια μας, που συνήθισαν και θεωρούν αυτονόητη αυτή την ανθρωπιστική τραγωδία.   Πρέπει το Κράτος να βγει από τον αυτισμό του. Ή να το βγάλουμε.


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια