Μπάτσοι με μεγάλες τσέπες και μακριά χέρια....


Τον μισό ποινικό κώδικα έχουν στην πλάτη τους αρκετά στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας την ώρα που το οργανωμένο έγκλημα αναβαθμίζεται επιχειρησιακά και οι δείκτες της εγκληματικότητας χτυπούν κόκκινο απειλώντας την κοινωνική συνοχή.

Σύσταση συμμορίας, ληστείες, εμπορία ναρκωτικών, διακεκριμένες κλοπές, διακίνηση λαθρομεταναστών, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, εκβίαση, πλαστογραφία, απάτη, τοκογλυφία, δωροδοκία, υπεξαίρεση στην υπηρεσία είναι....
μερικά μόνο από τα αδικήματα στα οποία έχουν υποπέσει μάχιμοι αστυνομικοί όλων των βαθμών καταπατώντας τον όρκο που έδωσαν και προσβάλλοντας το κύρος του Σώματος. Η αλματώδης αύξηση των φαινομένων διαφθοράς στους κόλπους της ΕΛ.ΑΣ. τα τελευταία χρόνια και η εμπλοκή αστυνομικού προσωπικού σε σοβαρότατες ποινικές υποθέσεις δημιουργούν έντονο προβληματισμό στην κοινωνία, ειδικά στις παρούσες συνθήκες όπου η ζωή και η περιουσία των πολιτών αυτής της χώρας διακυβεύονται καθημερινά. 

Από το γενικότερο φαινόμενο έκδοσης επιεικών αποφάσεων υπέρ επίορκων δημοσίων υπαλλήλων σε όλο το φάσμα του δημοσίου τομέα κατά την απονομή του Πειθαρχικού Δικαίου δεν θα μπορούσε να απουσιάζει και ο κλάδος των ενστόλων. Ποινές-χάδι ή υποθέσεις που απασχόλησαν έντονα την κοινή γνώμη και μπαίνουν στο αρχείο ή οι πρωταγωνιστές τους «βγαίνουν λάδι» εντείνουν τον προβληματισμό για τις επιπτώσεις που ενδέχεται να έχει στη δημόσια ασφάλεια, στην τάξη και την προάσπιση του δημόσιου συμφέροντος η κακώς νοούμενη συναδελφική αλληλεγγύη στις τάξεις της Ελληνικής Αστυνομίας. Το πλέον ανησυχητικό είναι ότι η διαπιστωμένη παραβατική συμπεριφορά ενστόλων αποδεικνύεται ότι έχει δομηθεί σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν το οργανωμένο έγκλημα, αντιγράφοντας τις τακτικές του και υιοθετώντας τις ακόμα και εν ώρα υπηρεσίας. Στο πλαίσιο αυτό, οι καταγγελίες και το πληροφοριακό υλικό για τέλεση αξιόποινων πράξεων από αστυνομικούς φτάνουν με καταιγιστικούς ρυθμούς στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ., την ειδική αυτοτελή υπηρεσία που υπάγεται απευθείας στον αρχηγό του Σώματος και έχει ως αποστολή της τη διερεύνηση, την εξιχνίαση και τη δίωξη εγκλημάτων που μαρτυρούν διαφθορά στον χώρο της Αστυνομίας. Σύμφωνα με τις εκθέσεις των «αδιάφθορων», παρατηρείται σταδιακά αυξανόμενη και επί μνημονίου ραγδαία αύξηση των υποθέσεων αυτής της φύσης, με αστυνομικούς οι οποίοι όχι μόνο πέρασαν στην «αντίπερα όχθη» αλλά διαδραματίζουν ηγετικό ρόλο στη σύσταση και δράση εγκληματικών οργανώσεων που τελούν επί μακρόν μια σειρά βαρύτατων αδικημάτων ενώ οι ίδιοι υπηρετούν κανονικά στις τάξεις της Ελληνικής Αστυνομίας. Από την άλλη προκύπτει ότι αυξάνεται ο αριθμός των περιπτώσεων που έρχονται στο φως και αφορούν στη μεμονωμένη παραβατική δράση προσωπικού της ΕΛ.ΑΣ., η οποία στην πλειονότητα των περιπτώσεων αποδεικνύεται ότι έχει μεγάλη διάρκεια, ενώ οι κατώτερες πειθαρχικές ποινές δεν δείχνουν να έχουν ικανή αποτρεπτική ισχύ. 

Ενδεικτικό της διόγκωσης του φαινομένου αυτού και των δεδομένων που δημιουργεί στον χώρο της δημόσιας ασφάλειας είναι το γεγονός ότι μόνο κατά το 2010 υπήρξε αύξηση της τάξης του 78,26% των καταγγελιών για τον βίο και την πολιτεία επίορκων αστυνομικών υπαλλήλων που ανήκουν σε όλη την κλίμακα της ιεραρχίας. Ανησυχητικοί είναι και οι αριθμοί που προκύπτουν από τα δέκα χρόνια λειτουργίας της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων, καθώς έχει δεχτεί περισσότερες από 5.000 καταγγελίες για αξιόποινες πράξεις αστυνομικών. Με βάση το αρχείο της υπηρεσίας, μέχρι σήμερα έχουν ασκηθεί τουλάχιστον 1.000 ποινικές διώξεις σε βάρος ενστόλων όλων των βαθμών, με 200 εξ αυτών να τους έχουν περαστεί χειροπέδες από συναδέλφους τους κατά την αυτόφωρη διαδικασία. Παράλληλα, έχουν διενεργηθεί πλέον των 1.300 πειθαρχικές έρευνες κατά 2.100 αστυνομικών και έχουν επιβληθεί 649 ποινές. Εξ αυτών, 391 ήταν ανώτερες ποινές (απόταξη, αργία με απόλυση, αργία με πρόσκαιρη παύση) και 258 κατώτερες (επίπληξη, πρόστιμο). Η πρόσφατη σύλληψη δύο αρχιφυλάκων της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης με την κατηγορία της ληστείας κατά συναυτουργία αποτελούν τον τελευταίο κρίκο στη μακρά αλυσίδα των υποθέσεων διαφθοράς στους κόλπους της ΕΛ.ΑΣ. Είχε προηγηθεί εντός του καλοκαιριού ο σχηματισμός δικογραφιών εναντίον συναδέλφων τους για εκβίαση, παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών, παράβαση καθήκοντος και εκμετάλλευση εμπιστευμένων πραγμάτων. Νωρίτερα είχε συλληφθεί άλλος αρχιφύλακας, αφού ύστερα από έλεγχο της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. βρέθηκαν στην κατοχή του δύο πιστόλια που είχε υπεξαιρέσει από την υπηρεσία του και υπηρεσιακά έγγραφα που αφορούσαν υπόδικους, ένα πιστόλι, ένα περίστροφο και ένα μαχαίρι που κατείχε παράνομα, καθώς και φυσίγγια διαφόρων διαμετρημάτων τα οποία επίσης είχε υπεξαιρέσει από την υπηρεσία του. Αίσθηση δημιουργεί και η δικογραφία αυτόφωρης διαδικασίας που σχηματίστηκε φέτος εις βάρος αστυφύλακα ο οποίος συνελήφθη στο κέντρο της Αθήνας για εκβίαση, λαθρεμπορία και απάτη. Ειδικότερα, ο συγκεκριμένος αστυφύλακας φέρεται να εκβίαζε αλλοδαπούς, απειλώντας τους με σύλληψη, να του δίνουν χρηματικά ποσά ή να πουλούν λαθραία τσιγάρα που τους προμήθευε ο ίδιος. Στην κατοχή του, δε, βρέθηκαν πλήθος διαβατηρίων αλλοδαπών υπηκόων, μεγάλος αριθμός βεβαιώσεων και βιβλιαρίων ασφαλίσεως υγείας αλλοδαπών, ελληνικές και ρουμανικές πινακίδες κυκλοφορίας οχημάτων και περί τα 1.500 φυσίγγια πιστολιού.  

Τα φαινόμενα διαφθοράς δεν εστιάζονται μόνο στους χαμηλόβαθμους αστυνομικούς, αλλά καλύπτουν όλα τα στάδια υπηρεσιακής εξέλιξης των ενστόλων και έχουν ως πρωταγωνιστές τους ακόμα και αξιωματικούς, οι οποίοι υπηρετούν σε επιτελικές θέσεις του αρχηγείου. Χαρακτηριστική της διάστασης αυτής είναι η σύλληψη δύο ανώτερων αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., με τις κατηγορίες της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης, εκβίασης κατά επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση, παθητικής δωροδοκίας και κατοχής ναρκωτικών ουσιών. Σύμφωνα με τη σχετική έκθεση της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων, διοικητής αστυνομικής υπηρεσίας των νοτίων προαστίων από κοινού με ομόβαθμο συνάδελφό του, ο οποίος είχε αποσπαστεί σε επιτελικό πόστο του αρχηγείου, πουλούσαν προστασία, μέσω ενός καλά οργανωμένου δικτύου, στα καταστήματα της παραλιακής αλλά και σε παράνομες χαρτοπαικτικές λέσχες της Αττικής αντί σημαντικών χρηματικών ποσών. Πλούσια είναι και η «ατζέντα» των αδικημάτων αναφορικά με το φλέγον ζήτημα της λαθρομετανάστευσης στα οποία έχουν υποπέσει στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., σύμφωνα πάντα με την αρμόδια υπηρεσία. Στο πνεύμα αυτό σχηματίστηκε δικογραφία για τρεις αστυνομικούς που συμμετείχαν σε εγκληματική οργάνωση η οποία διακινούσε αλλοδαπές γυναίκες προερχόμενες από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και τις οποίες νομιμοποιούσε με τη χρήση κλεμμένων και πλαστογραφημένων διαβατηρίων. Η έρευνα κατέδειξε ότι κεντρικό ρόλο στο κύκλωμα αυτό είχε προϊστάμενος Γραφείου Αλλοδαπών του Τμήματος Ασφαλείας, ο οποίος εκτός των άλλων συνήργησε και για την παράνομη χορήγηση ειδικών δελτίων ταυτότητας ομογενούς 10ετούς διάρκειας σε αλλοδαπούς υπηκόους Αλβανίας, με την αποδοχή πλαστών προξενικών θεωρήσεων εισόδου ως γνησίων. 

Σύγχρονο δουλεμπόριο
Ενδιαφέρον έχει η δικογραφία εις βάρος πέντε αστυνομικών (τριών συνοριακών φυλάκων, ενός αστυφύλακα και ενός ανθυπαστυνόμου) οι οποίοι συμμετείχαν σε δομημένη και με συνεχή δράση εγκληματική οργάνωση. Ο κύριος τομέας δράσης των αστυνομικών αυτών αφορούσε στην παράνομη διακίνηση λαθρομεταναστών στην ελληνική επικράτεια αλλά και στην προώθηση σε χώρες του εξωτερικού κλεμμένων στην Ελλάδα πολυτελών αυτοκινήτων. Ο ρόλος τους εντοπιζόταν στην ανεμπόδιστη και ασφαλή κίνηση των οχημάτων που μετέφεραν λαθρομετανάστες, λειτουργώντας ως προπομποί ή παραπλανώντας τους συναδέλφους τους ώστε να μην εντοπιστούν τα παράνομα καραβάνια. Οσο για την ταρίφα για τις υπηρεσίες αυτές, ήταν της τάξης των 300-800 ευρώ για κάθε «συνδρομή». Λίγο διαφορετική ήταν η περίπτωση ανώτερου αξιωματικού ο οποίος υπηρετούσε σε Υπηρεσία Αλλοδαπών της Αττικής και συνελήφθη αντιμετωπίζοντας την κατηγορία της δωροδοκίας και δωροληψίας. Οπως προέκυψε από τη σχετική έρευνα των «αδιάφθορων», ο αξιωματικός αυτός λάμβανε χρηματικά ποσά από αλλοδαπούς για την κατ’ εξαίρεση εξυπηρέτησή τους για την υποβολή αιτήματος χορήγησης ασύλου στη χώρα μας. 

Στο μεταξύ, ψηλά στην ιεράρχηση των αδικημάτων που τελούν αστυνομικοί βρίσκεται και η παροχή αντί αμοιβής των υπηρεσιών που από το Σύνταγμα και τους νόμους είναι υποχρεωμένοι να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο. Ο χρηματισμός δείχνει να επιταχύνει διαδικασίες όπως η απλή έκδοση μιας άδειας κυκλοφορίας οχήματος ή να εμποδίζει βεβαιώσεις πολεοδομικής ή άλλης φύσεως παράβασης που εμπίπτει στις αρμοδιότητες των αστυνομικών οργάνων. Η εκβιαστική απαίτηση χρημάτων από αστυνομικούς, οι οποίοι βρίσκονται σε περιπολία, είναι συχνό εύρημα στις σχετικές δικογραφίες που έχουν διαβιβαστεί στις δικαστικές αρχές. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση όπου ένας αρχιφύλακας και ένας αστυφύλακας παριστάνοντας τους αστυνομικούς του Τμήματος Ηθών αποσπούσαν εκβιαστικά χρήματα από ομοφυλόφιλους που εκδίδονταν. Από ένα τέτοιο σύνθετο παζλ παραβατικότητας δεν θα μπορούσαν να λείπουν τα ναρκωτικά. Εμπορία, διακίνηση και χρήση εν ώρα υπηρεσίας δίνουν το στίγμα του μεγέθους του προβλήματος.  

Εντονο συμβολισμό προσδίδει στην πολυδιάστατη εξάπλωση της διαφθοράς μεταξύ των αστυνομικών η δικογραφία σε βάρος αρχιφύλακα της Τροχαίας, ο οποίος, όπως αποδείχτηκε, δεν δίστασε να εκμεταλλευτεί νεκρό συνάνθρωπό μας προκειμένου να προσποριστεί παράνομα οικονομικά οφέλη. Χωρίς να συντάξει έκθεση περισυλλογής αντικειμένων σε δυστύχημα, κράτησε για τον εαυτό του το πορτοφόλι του θανόντος οδηγού, το οποίο περιείχε οκτώ τραπεζικές κάρτες. Εν συνεχεία προέβη σε αναλήψεις χρημάτων από τους τραπεζικούς λογαριασμούς του θανόντος έως ότου γίνει αντιληπτός από τους συναδέλφους του - ένα από τα πολλά περιστατικά στα οποία αστυνομικό προσωπικό υπεξαίρεσε σημαντικά ή λιγότερο σημαντικά στοιχεία της έρευνας με σκοπό το προσωπικό οικονομικό όφελος. 

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια