Απόπειρες ανακαίνισης του συστήματος


Πολλοί υποστηρίζουν ότι η κρίση θα έχει και μια θετική πτυχή.
Θα τελειώσουμε, λένε, με τους γόνους των πολιτικών δυναστειών. Οι ενδείξεις, για την ώρα, συνηγορούν υπέρ αυτής της εκτίμησης. Ο Κ. Καραμανλής, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες τμημάτων της συντηρητικής παράταξης να τον αναστήσουν και να τον πλασάρουν ως χρυσή εφεδρεία, δεν μπορεί να παίξει αυτό το ρόλο. Ούτε ό ίδιος δείχνει να το επιθυμεί. Αλλωστε....
και ως πρωθυπουργός φερόταν σαν να μη του άρεσε το κοστούμι που του είχαν φορέσει. Η αφωνία του επί δύο χρόνια δεν μπορεί να θεωρηθεί πράξη αυτοκριτικής και δεν υποδηλώνει πρόθεση αναστοχασμού για όσα έκανε τη μοιραία πενταετία.


Αντιθέτως, στον Γ. Παπανδρέου άρεσε ο ρόλος του αρχηγού. Αποπειράθηκε μάλιστα να γίνει ο εμβρυουλκός νέων και καινοτόμων ιδεών. Κι αυτός κουβαλούσε μια βαριά κληρονομιά. Εκλήθη να σώσει τη χώρα από την οικονομική καταστροφή και το κόμμα του από τον εκφυλισμό. Αστόχησε σίγουρα στο δεύτερο και εγκαλείται, τουλάχιστον για εγκληματική αμεριμνησία, στο πεδίο της διακυβέρνησης. Μέσα σε δύο χρόνια σπατάλησε όλο το πολιτικό κεφάλαιό του.


Με το δικομματισμό όμως δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι έχουμε τελειώσει, παρά τα πλούσια δημοσκοπικά ευρήματα. Το τέλος μιας εποχής και των αφηγήσεών της που κρατούσαν τους πολίτες εγκλωβισμένους, άλλοτε με επαγγελίες για ριζική αλλαγή, άλλοτε με την εμπέδωση της λογικής του «μικρότερου κακού», δεν θα προκύψει αυτόματα και επειδή αποδυναμώνονται οι κυρίαρχες συνισταμένες της, κάτω από το βάρος των ιστορικών αποτυχιών τους. Αν δεν ακυρωθούν οι προσπάθειες ανακαίνισης που θα επιχειρήσουν οι κυρίαρχες ελίτ και αν δεν εμφανιστεί μια πειστική εναλλακτική λύση που θα καταφέρει να σκορπίσει τις ψευδαισθήσεις των λαϊκών στρωμάτων για τα κόμματα εξουσίας, τότε η εξέλιξη μπορεί να είναι αρνητική.


Το σύστημα του δικομματισμού, όπως το γνωρίσαμε, δυσκολεύεται να πετύχει την αναπαραγωγή του και να οργανώσει μια νέου τύπου συναίνεση. Αυτό που συνέβαινε στο παρελθόν και είχε πάρει χαρακτηριστικά φυσικού νόμου, σήμερα δεν είναι εύκολο να επαναληφθεί. Μέχρι το 2009 η πολιτική ζωή είχε μια κανονικότητα. Το μοντέλο διακυβέρνησης με την εναλλαγή στην εξουσία των δύο παρατάξεων λειτουργούσε. Οταν το ένα σκέλος του δικομματισμού κατέρρεε , τη θέση του καταλάμβανε το άλλο προσφέροντας τη διέξοδο (έστω και μίζερη) στους απογοητευμένους ψηφοφόρους. Σήμερα όμως, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και της διαχειριστικής ανεπάρκειας των κομμάτων εξουσίας, ακόμη και το αγαθό της πολιτικής σταθερότητας, που ήταν το βαρύ πυροβολικό του δικομματισμού, έχει χάσει την προωθητική ισχύ του.


Η κρίση αντιπροσώπευσης είναι διάχυτη. Οι δυσαρεστημένοι πολίτες ψάχνονται. Οι περισσότεροι τηρούν στάση αναμονής και συνωθούνται στην κατηγορία των αναποφάσιστων. Κάποιοι μεταναστεύουν στα μικρότερα κόμματα, κυρίως αυτά της ιστορικής (ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ) και της μεταρρυθμιστικής αριστεράς (ΔΗΜ.ΑΡ.). Δεν το κάνουν όμως με ενθουσιασμό. Η πριμοδότηση είναι περιστασιακή. Εχει αποδειχθεί αρκετές φορές στο παρελθόν. Και είναι φυσικό. Πόσο ελκυστικός προορισμός μπορεί να είναι κόμματα που επιμένουν να ομφαλοσκοπούν και να συγκρούονται μεταξύ τους για το «ιερό δισκοπότηρο», αντί να αναζητούν τρόπους προκειμένου να βάλουν στην άκρη όσα τα χωρίζουν, δίνοντας ελπίδα και προοπτική σ' έναν κόσμο που βυθίζεται στην απελπισία;


Το πόσο εύθραυστη είναι η δημοσκοπική εικόνα φάνηκε από το πώς υποδέχθηκε η κοινωνία -κατάλληλα χειραγωγημένη βεβαίως από τους διαύλους της ενημέρωσης- το πείραμα της κυβέρνησης συνεργασίας υπό τον Λουκά Παπαδήμο. Τα υψηλά ποσοστά αποδοχής αποτυπώνουν ένα αίσθημα ανακούφισης γιατί τελείωσε μια περιπέτεια, αποτελούν ωστόσο και ένα σήμα κινδύνου για όσους είχαν την αυταπάτη ότι το σύστημα έχει εξαντλήσει τις δυνατότητες μεταμφίεσής του. Μπορεί να βρει την απάντηση σε τεχνοκράτες, σε δήθεν άφθαρτους εξωπολιτικούς παράγοντες που θα πλαισιωθούν από νέα σχήματα τα οποία θα προκύψουν από συγκολλήσεις ρευμάτων που τώρα ασφυκτιούν στο εσωτερικό των δύο κομμάτων.


Το προγραμματικό πακέτο είναι έτοιμο και περιλαμβάνει: ισχυρή κεντρική εξουσία, δραματική μείωση του δημόσιου τομέα, εδραίωση της ιδεολογίας της αγοράς, εξουδετέρωση των συνδικάτων, συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους. Προϋπόθεση για την υλοποίησή του είναι να σαρωθούν όλα τα εμπόδια: οι αντιστάσεις των εργαζομένων, οι αντιρρήσεις για την ικανότητα των αγορών, τα συστήματα προστασίας της εργασίας και όλα όσα έχουν πετύχει μέχρι τώρα οι πολιτικοί και συνδικαλιστικοί αγώνες.
Του ΤΑΣΟΥ ΠΑΠΠΑ pappas@enet.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια