“Σεισμός που δεν δίνει τσουνάμι ούτε μεγάλους μετασεισμούς…”


Ο μεγαλύτερος σεισμός  των τελευταίων τριών ετών στον ελλαδικό χώρο, ο οποίος έγινε αισθητός από  το Κάιρο μέχρι την Μάλτα, δεν  φαίνεται να ανησυχεί ιδιαίτερα τους επιστήμονες, οι οποίο κάνουν λόγο για  έναν σεισμό ενδιάμεσου βάθους ο οποίος δεν μπορεί να προκαλέσει τσουνάμι ή να ενεργοποιήσει άλλα ρήγματα του λεγόμενου «ελληνικού τόξου». Ειδικοί σεισμολόγοι, μιλώντας στο protothema.gr, εμφανίζονται καθησυχαστικοί και αρνούνται πως ο σεισμός που σημειώθηκε στη θαλάσσια περιοχή ανάμεσα στην Κρήτη και την Κάσο, είναι συνέπεια του ισχυρού σεισμού που έπληξε την Ιαπωνία.   
 

«Το κύριο χαρακτηριστικό του σεισμού είναι ότι έχουμε να κάνουμε με έναν σεισμό ενδιαμέσου βάθους, με εστία γύρω στα 70 χιλιόμετρα», υπογραμμίζει μιλώντας στο protothema.gr ο Δρ. Ευθύμιος Λέκκας, καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής & Εφαρμοσμένης Γεωλογίας στο Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Αντιπρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας, και συνεχίζει «Οι σεισμοί μεγάλου βάθους δεν έχουν μετασεισμική ακολουθία ή έχουν υποβαθμισμένη μετασεισμική ακολουθία . Είναι μια κι έξω. Ο σεισμός αυτού του είδους είναι το κύριο γεγονός. Σαν σεισμός αρκετά μεγάλου βάθους δεν προκαλεί τσουνάμι, το ρήγμα δεν φθάνει στον πυθμένα. Δεν έχει καμία σχέση με την Ιαπωνία και δεν επηρεάζει άλλα επιφανειακά ρήγματα.  

Αντίστοιχες απόψεις  εκφράζει και ο κύριος Γεράσιμος  Παπαδόπουλος, Διευθυντής ερευνών Γεωδυναμικού του Αστεροσκοπείου Αθηνών. «Ο σεισμός  αυτός έχει ένα βασικό χαρακτηριστικό είναι ενδιάμεσου βάθους» δηλώνει  στο protothema.gr «Αν υπάρξουν μετασεισμοί θα είναι λίγοι και μικρής έντασης. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν θα ενεργοποιηθούν άλλα ρήγματα αλλά είναι εξαιρετικά απίθανο, ενώ η σχέση αυτού του σεισμού με αυτόν της Ιαπωνίας είναι μια απλή επιστημονική εικασία. Το ότι έγινε αισθητός σε μεγάλη ακτίνα, είναι ένα ακόμα χαρακτηριστικό των σεισμών αυτού του είδους».

 

Τι  είναι το «Ελληνικό  Τόξο» 

Μπορεί η περιειρηνική ζώνη που έδωσε τη δόνηση των 8,9 Ρίχτερ στην Ιαπωνία αρχές του περασμένου Μαρτίου, να είναι η περιοχή με την υψηλότερη σεισμικότητα στον κόσμο, όμως και η Ελλάδα κατέχει μια επικίνδυνη πρωτιά. Το επονομαζόμενο «Ελληνικό Τόξο», όπως το αποκαλούν οι επιστήμονες είναι η πιο ενεργός σεισμικά περιοχή από το Γιβραλτάρ μέχρι και την Κίνα.  

Το «Ελληνικό Τόξο»  ξεκινά από την Κέρκυρα, διασχίζει  το νότιο Ιόνιο, ανατολικά της  Πελοποννήσου και περνά από νότια  της Κρήτης καταλήγοντας στη Ρόδο.

Τα Ρίχτερ που μπορεί να δώσει αυτή η σεισμική ζώνη μπορεί να φθάσουν ακόμη και τους 8,3 βαθμούς, όπως είχε δώσει το 365μ Χ. νοτιοδυτικά  της Κρήτης.

Ο λόγος που στο  «Ελληνικό Τόξο» έχουμε τόσο ισχυρούς σεισμούς είναι η «σύγκρουση»  της αφρικανικής με την ευρασιατική λιθοσφαιρική πλάκα, καθώς η πρώτη βυθίζεται με ταχύτητα 4,5 εκατοστών το χρόνο, κάτω από τη δεύτερη.  

Στο δυτικότερο άκρο του Ελληνικού Τόξου, εντοπίζεται  και το σεισμικό «τρίγωνο του διαβόλου», ένας χώρος με ιδιαίτερα τεκτονικά χαρακτηριστικά που τον κατατάσσουν στην πρώτη θέση της λίστας των περιοχών υψηλότερης σεισμικότητας στο Αιγαίο και στην Ευρώπη. 

Κατά μήκος των  ακτών της Δυτικής Ελλάδας  από την Κέρκυρα ως τη Δυτική Κρήτη, η σεισμική δραστηριότητα μπορεί να διακριθεί γενικά σε τρεις περιοχές. 

Η πρώτη περιοχή  βρίσκεται βορείως της Λευκάδας και η σεισμική δραστηριότητα  εκεί οφείλεται σε συμπιεστικές δυνάμεις περίπου ανατολικής - δυτικής διεύθυνσης (κάθετες στη διεύθυνση των  ακτών της Δυτικής Ελλάδας). 

Η δεύτερη περιοχή βρίσκεται νοτίως της Κεφαλονιάς και αποτελεί το δυτικό τμήμα του Ελληνικού Τόξου. Η σεισμική δραστηριότητα εκεί οφείλεται στη σύγκλιση μεταξύ της αφρικανικής πλάκας και του Αιγαίου και της κατάδυσης της πρώτης κάτω από τη δεύτερη. Αποτέλεσμα της κατάδυσης αυτής είναι και η εκδήλωση σεισμικής δραστηριότητας ενδιαμέσου βάθους (εστιακά βάθη σεισμών μεγαλύτερα των 60 χιλιομέτρων) κάτω από την Πελοπόννησο και ανατολικά αυτής περίπου ως τον χώρο των Κυκλάδων. 

Η τρίτη περιοχή βρίσκεται μεταξύ των δύο προηγούμενων, στον ευρύτερο χώρο της Κεφαλονιάς, από τη Ζάκυνθο ως τη Λευκάδα. Η σεισμική δραστηριότητα εδώ εκδηλώνεται κυρίως κατά μήκος ενός ρήγματος, το οποίο έχει διεύθυνση βορειοανατολική - νοτιοδυτική. Με άλλα λόγια, η σεισμική δραστηριότητα στον χώρο αυτό εκδηλώνεται επειδή έχουμε μια οριζόντια κίνηση του χώρου νοτίως του ρήγματος προς τα νοτιοδυτικά (προς τη Μεσόγειο) και του χώρου βορείως του ρήγματος προς τα βορειοανατολικά (προς την Πίνδο). Η συνολική σχετική κίνηση κοντά στο ρήγμα αυτό είναι της τάξεως των 25 χιλιοστών ανά έτος. 

Χαρακτηριστικό της  σεισμικής δραστηριότητας στη Δυτική Ελλάδα που οφείλεται στις τεκτονικές ιδιότητες της περιοχής, είναι  ο μεγάλος αριθμός μικρών και  ενδιαμέσου μεγέθους σεισμών αλλά και  η μεγαλύτερη συχνότητα γένεσης  ισχυρών, καταστρεπτικών σεισμών. Έτσι παρά το γεγονός ότι στον χώρο αυτό τα μεγέθη των μεγαλύτερων σεισμών είναι λίγο μικρότερα από ό,τι σε άλλες περιοχές του ελληνικού χώρου, ο σεισμικός κίνδυνος είναι σαφώς μεγαλύτερος εξαιτίας της συχνότητας γένεσης σεισμών ικανών να προκαλέσουν καταστροφές. 


Οι  μεγάλοι σεισμοί  από το 2007 και μετά 

Από τις αρχές του 2007 μέχρι σήμερα έγιναν 13 σεισμοί  με μέγεθος μεγαλύτερο των 5,5 Ρίχτερ. Συγκεκριμένα: στις 28 Ιανουαρίου 2007 δυτικά της Κρήτης είχαμε 5,6 Ρίχτερ, στις 3 Φεβρουαρίου 2007 μεταξύ Πελοποννήσου και Κρήτης είχαμε 5,5 Ρίχτερ, στις 25 Μαρτίου 2007 6 Ρίχτερ στην Κεφαλονιά, ενώ στις 29 Ιουνίου του 2007 στους Παξούς ο εγκέλαδος έδωσε 5,7 Ρίχτερ. Επίσης, στις 23 Σεπτεμβρίου 2007 νότια της Καρπάθου είχαμε 5,6 Ρίχτερ. Στις 6 Ιανουαρίου του 2008 το Λεωνίδιο «χτυπιέται» από 6,6 Ρίχτερ και ακολουθεί ένα σεισμικό σμήνος νότια της Πάτρας και νότια της Μεθώνης με τέσσερις συνολικά μεγάλους σεισμούς. Πρώτος έγινε στις 4 Φεβρουαρίου στην Πάτρα με 5,4, ακολουθούν στην ίδια περιοχή 5,5 Ρίχτερ. Στις 14 Φεβρουαρίου 2008 είχαμε την ίδια ημέρα δυο σεισμούς νότια της Μεθώνης με μέγεθος 6,5 Ρίχτερ ο πρώτος και 6,4 Ρίχτερ ο δεύτερος.  
Ο τελευταίος μεγάλος  σεισμός, πριν από το σημερινό των 6,2 Ρίχτερ,  έγινε στις 8 Ιουνίου 2008 στην Ανδραβίδα με μέγεθος 6,5 Ρίχτερ. 

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια